Ορθοβιολογικά

 

Τα Ορθοβιολογικά μέσα αποτελούν το αποτέλεσμα της εφαρμογής της Μοριακής Βιολογίας στο χώρο της Ορθοπεδικής. Πρόκειται για βιολογικές ουσίες που επιτρέπουν τη γρηγορότερη επούλωση των τραυματισμών. Χρησιμοποιούνται δηλαδή για την αποκατάσταση καταγμάτων, τραυματισμένων μυών, τενόντων και συνδέσμων.

Τα Ορθοβιολογικά μέσα κατασκευάζονται από βιολογικές ουσίες που φυσιολογικά υπάρχουν στον οργανισμό. Όταν αυτές οι ουσίες υποστούν κατάλληλη επεξεργασία ώστε να αυξηθεί η πυκνότητα τους, τότε μπορούν να δράσουν ευεργετικά στη θεραπευτική διαδικασία.

 

Ορθοβιολογικοί παράγοντες που παρουσιάζουν ιδιαίτερα αποτελεσματική χρήση στο πεδίο της Ορθοπεδικής τα τελευταία χρόνια είναι οι εξής:

1.Πλάσμα με συμπυκνωμένα αιμοπετάλια (Platelet Rich Plasma – PRP)
2.Βλαστοκύτταρα
3.Υαλουρονικό Οξύ
4.Κολλαγόνο

Οι προαναφερόμενοι παράγοντες βρίσκουν σημαντικό πεδίο εφαρμογής στην αντιμετώπιση των αρχικών σταδίων οστεοαρθρίτιδας καθώς επίσης και σε εμμένουσες χρόνιες μορφές τενοντίτιδας ή συνδεσμικών βλαβών.

 
 
 
 

Platelet Rich Plasma – PRP
(Πλάσμα εμπλουτισμένο με αιμοπετάλια)

 

H χρήση του PRP τα τελευταία χρόνια αποτελεί μια ιδιαιτέρως αποτελεσματική βιολογική λύση όσον αφορά την επούλωση χρόνιων τενοντίτιδων, μυϊκών τραυματισμών ή και της πρώιμης εκφυλιστικής οστεοαρθρίτιδας. Πρόκειται για μία φυσική μέθοδο η οποία δεν εμπεριέχει παρενέργειες. Στην ουσία αποτελεί μία δυνατότητα που δίνεται στον οργανισμό να αυτοθεραπευτεί με τη χρήση των ίδιων του των συστατικών. Τα συστατικά αυτά είναι τα αιμοπετάλια, κύτταρα γνωστά για τη δράση τους στην πήξη του αίματος αλλά και για την απελευθέρωση πρωτεϊνών επούλωσης, των λεγόμενων αυξητικών παραγόντων (growth factors) οι οποίοι επιταχύνουν την τοπική θεραπεία της βλάβης.

 
 

 

Το εμπλουτισμένο με αιμοπετάλια πλάσμα (PRP) είναι, όπως λέει και ο ορισμός του, πλάσμα από το αίμα του ασθενούς με συμπυκνωμένη συγκέντρωση αιμοπεταλίων. Η συμπύκνωση των αιμοπεταλίων θεωρείται απαραίτητη για τη μεγιστοποίηση της επουλωτικής τους δράσης. Φυσιολογικά το πλάσμα του αίματος περιέχει 150000-450000 αιμοπετάλια ανά μικρολίτρο. Το εμπλουτισμένο πλάσμα περιέχει πενταπλάσια συγκέντρωση αιμοπεταλίων. Για να μπορέσουμε να πυκνώσουμε τα αιμοπετάλια στο πλάσμα απαιτείται η λήψη 30-60 ml αίματος από τον ίδιο τον ασθενή (διαδικασία ίδια με αυτή που χρησιμοποιείται σε μια απλή αιμοληψία για εξετάσεις αίματος) και κατόπιν διπλή φυγοκέντρηση του δείγματος ώστε μία πυκνή στιβάδα αιμοπεταλίων να μπορεί να ξεχωρίσει από τον ορό του αίματος. Η φυγοκέντρηση διαρκεί περίπου 15 λεπτά και γίνεται σε ειδικό μηχάνημα (φυγοκεντρητή). Τα αιμοπετάλια που λαμβάνονται ενεργοποιούνται με χλωριούχο ασβέστιο ώστε να απελευθερώσουν τους αυξητικούς παράγοντες που εμπεριέχουν (PDGF, TGF, EGF, VEGF κ.α.). Κατόπιν ακολουθεί έγχυση των ενεργοποιημένων αιμοπεταλίων στην πάσχουσα περιοχή. Συχνά η έγχυση υποβοηθείται από την καθοδήγηση υπερήχου ώστε να στοχευθεί απόλυτα η επιθυμητή περιοχή. Τα αιμοπετάλια συνεχίζουν για 10 περίπου ημέρες να εκκρίνουν επουλωτικούς αυξητικούς παράγοντες εντός του σημείου του σώματος όπου έχουν τοποθετηθεί.

 
 

 

Η διαδικασία γίνεται εξ’ ολοκλήρου στο χώρο του ιατρείου και δεν απαιτεί εισαγωγή σε νοσοκομείο. Διαρκεί περίπου 30-40 λεπτά και δεν ενέχει κινδύνους αλλεργιών ή παρενεργειών δεδομένου πως το υλικό που χρησιμοποιείται έχει παρθεί από τον ίδιο τον οργανισμό του ασθενούς. Συνήθως μία έγχυση μπορεί να αρκεί για να επιλύσει ένα χρόνιο πρόβλημα. Ωστόσο σε επίμονες περιπτώσεις μεγάλης βαρύτητας μπορεί να επαναληφθούν μέχρι και 5 συνεδρίες (μία ανά εβδομάδα).

 

 

Βασιζόμενοι τόσο στη διεθνή βιβλιογραφία, όσο και στην προσωπική μας εμπειρία μπορoύμε να διαβεβαιώσουμε πως τα αποτελέσματα της τεχνικής είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικά και δίνουν λύση εκεί όπου προηγούμενες θεραπείες έχουν αποτύχει. Το PRP έχει ένδειξη χρήσης σε πολλές μυοσκελετικές βλάβες και τραυματισμούς όπως λχ Επικονδυλίτιδα Αγκώνα, Ρήξεις στροφικού πετάλου του Ώμου, Σύνδρομο Υπακρωμιακής Προστριβής, Πρώιμες Οστεοαρθρίτιδες, Τενοντίτιδα Επιγονατιδικού, Ρήξη Αχιλλείου, Πελματιαία Απονευρωσίτιδα, Ψευδαρθρώσεις Οστών κ.α. Οι εγχύσεις με PRP μπορούν να ανακουφίσουν και να θεραπεύσουν τον οξύ και το χρόνιο μυοσκελετικό πόνο επιτυγχάνοντας οριστική και ταχεία αποκατάσταση και γρήγορη επιστροφή του ασθενούς τόσο στις καθημερινές όσο και στις αθλητικές του δραστηριότητες.

 
 
 
 

Βλαστοκύτταρα - Stem cells

 

 

Τα Βλαστοκύτταρα είναι ειδικά αδιαφοροποίητα κύτταρα του οργανισμού τα οποία μπορούν να μετασχηματιστούν σε οποιαδήποτε τύπο κυττάρων επιθυμούμε (λχ οστεοκύτταρα, χονδροκύτταρα, μυϊκά κύτταρα). Η επεξεργασία και χρήση των Βλαστοκυττάρων μας δίνει τη δυνατότητα να ανακατασκευάσουμε τύπους κυττάρων που ο οργανισμός από μόνος του αδυνατεί να ξαναφτιάξει. Έτσι μπορούμε λ.χ. να υποβοηθήσουμε την αναγέννηση χόνδρινων κυττάρων εντός των αρθρώσεων, αναστέλλοντας έτσι την ανάπτυξη εκφυλιστικής οστεοαρθρίτιδας. Η αντιμετώπιση της εκφυλιστικής αρθρίτιδας αποτελεί και την κύρια ένδειξη της χρήσης αυτής της τεχνικής. Τα Βλαστοκύτταρα αποτελούν την μόνη στην ουσία μη χειρουργική θεραπεία για την οστεοαρθρίτιδα πριν ένας ασθενής χρειαστεί να καταφύγει σε αρθροπλαστική επέμβαση για να τοποθετήσει τεχνητή άρθρωση.

Μία σημαντική δεξαμενή βλαστοκυττάρων αποτελούν τα εμβρυικά βλαστοκύτταρα που λαμβάνονται από τον ομφάλιο λώρο κατά τη γέννηση του παιδιού και μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συγγενικά προς το παιδί άτομα. Βλαστοκύτταρα ωστόσο υπάρχουν και μπορούν να εξαχθούν και από τον οργανισμό του ενήλικα από διάφορους ιστούς του σώματος. Σήμερα είναι δυνατή η απομόνωση και πολλαπλασιασμός βλαστοκυττάρων τόσο από τον μυελό των οστών, όσο και από το λιπώδη ιστό και το αίμα των ενήλικων ασθενών.

Παλαιότερα η τεχνική έγχυσης βλαστοκυττάρων απαιτούσε 2 στάδια. Κατά το πρώτο λαμβάνονταν τα βλαστοκύτταρα τα οποία αποστέλλονταν για καλλιέργεια (επεξεργασία και πολλαπλασιασμός) σε ειδικά εργαστήρια. Η καλλιέργεια διαρκούσε περίπου 1 μήνα. Κατόπιν γινόταν έγχυση του καλλιεργημένου βλαστοκυτταρικού υλικού στην περιοχή της βλάβης (2ο στάδιο). Σήμερα η διαδικασία έχει απλοποιηθεί και γίνεται σε μία φάση. Γνωρίζουμε πλέον πως τα βλαστοκύτταρα έχουν τη δυνατότητα να πολλαπλασιάζονται από μόνα τους όταν βρεθούν στο κατάλληλο περιβάλλον και τις κατάλληλες συνθήκες, κατά συνέπεια το χρονοβόρο και ακριβό οικονομικά στάδιο της καλλιέργειας θεωρείται περιττό.

Η συχνότερη και πλουσιότερη πηγή βλαστοκυττάρων στο σώμα είναι ο μυελός των οστών που είναι αποθηκευμένος στη λεκάνη. Η αναρρόφηση του μυελού από τη λεκάνη γίνεται με ειδική σύριγγα και το υλικό που αναρροφάται εγχέεται απ’ ευθείας στην περιοχή της βλάβης. Η ταχεία τοποθέτηση των βλαστοκυττάρων αμέσως μετά τη λήψη τους εξασφαλίζει την υψηλή συγκέντρωσή τους και τον ταχύ πολλαπλασιασμό τους, γεγονός που επιταχύνει την επούλωση. Η διαδικασία της αναρρόφησης απαιτεί τοπική μόνο αναισθησία. Σε αρκετές ωστόσο περιπτώσεις η αναρρόφηση συνδυάζεται με αρθροσκοπικό καθαρισμό της άρθρωσης (ισχίο, γόνατο, ποδοκνημική) για καθαρισμό και προετοιμασία της λήπτριας περιοχής όποτε μπορεί να χρειαστεί νάρκωση.

 

 

Τα αποτελέσματα της χρήσης των βλαστοκυττάρων μπορεί να είναι εντυπωσιακά σε οστεοαρθρίτιδα 1ου ή 2ου βαθμού θεραπεύοντας ή καθυστερώντας την εξέλιξη της νόσου έως και 10 χρόνια. Πέρα από τη χρησιμότητα τους στην αρθρίτιδα τα βλαστοκύτταρα μπορούν άνετα να χρησιμοποιηθούν και σε άλλες καταστάσεις όπως ψευδαρθρώσεις καταγμάτων, οστεονέκρωση μηριαίας κεφαλής, οστικά ελλείματα.

 
 
 
 

Ενέσιμο Υαλουρονικό Οξύ

 

 

Το Υαλουρονικό Οξύ είναι μία βιολογική ουσία που βρίσκεται φυσιολογικά μέσα στις αρθρώσεις μας. Αποτελεί ένα υδρόφιλο μόριο το οποίο έχει την ικανότητα να δεσμεύει γύρω του νερό έως και 1000 φορές το βάρος του. Αποτελεί μια παχύρευστη ουσία που «τρέφει» και προστατεύει τον αρθρικό χόνδρο. Ταυτόχρονα δρα ως λιπαντικό και ως αποσβεστήρας των κραδασμών, εξαλείφοντας τις τριβές μεταξύ των αρθρικών επιφανειών και των ενδαρθρικών ανατομικών στοιχείων (μηνίσκοι, χόνδροι, σύνδεσμοι, υμένας, τένοντες, θύλακοι, έλυτρα, κλπ). Και οι 2 αυτές ιδιότητές του επιτρέπουν να δρα προφυλακτικά ως προς την ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδας. Είναι χαρακτηριστικό πως υπάρχουν μελέτες οι οποίες δείχνουν μείωση έως και 90% των αρθροπλαστικών επεμβάσεων σε ασθενείς που έκαναν ενέσιμη χρήση Υαλουρονικού Οξέος. Πρακτικά αποτελεί ένα μέσο με το οποίο ασθενείς που έχουν αρχικού ή μέσου σταδίου αρθρίτιδα μπορούν να αποφύγουν το χειρουργείο.

Το Υαλουρονικό Οξύ χρησιμοποιείται για ορθοπεδικούς λόγους την τελευταία εικοσαετία. Τα τελευταία χρόνια η παραγωγή Υαλουρονικού Οξέος τρίτης γενεάς έχει εξασφαλίσει για τους ασθενείς βιοτεχνολογικά προϊόντα πλήρους καθαρότητας που παράγονται από καλλιέργειες κυττάρων. Στο εμπόριο κυκλοφορούν σήμερα δεκάδες σκευάσματα υαλουρονικού με διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά και διαφορετική τιμή. Το ποιο σκεύασμα κρίνεται καλύτερο για την περίπτωση κάθε ασθενούς σχετίζεται με τη βαρύτητα της πάθησής του και απαιτεί συζήτηση με το θεράποντα ιατρό.

 
 


 
 

Οφείλουμε βέβαια να διευκρινίσουμε πως τα προαναφερόμενα αφορούν τις ενέσιμες θεραπείες με Υαλουρονικό και όχι το πολυδιαφημιζόμενο τελευταία πόσιμο Υαλουρονικό. Δυστυχώς στην πόσιμη μορφή του το Υαλουρονικό δε μπορεί να έχει καμία θετική επίδραση στην υγεία των αρθρώσεων για έναν πολύ απλό λόγο. Κατά τη διέλευση του από το στομάχι διασπάται από τα όξινα γαστρικά υγρά και παύει να έχει τη δομή και τη δράση του Υαλουρονικού. Ο μόνος τρόπος για να μπορέσει η ουσία να εισέλθει εντός μιας πάσχουσα άρθρωσης είναι δια της εγχύσεως. Η τεχνική είναι απλή και γίνεται στο χώρο του ιατρείου ενώ η διενέργεια τοπικής αναισθησίας στην περιοχή της έγχυσης απαλλάσσει τον ασθενή από το δυσάρεστο αίσθημα του πόνου.

 
 

 

Η κύρια και βασική ένδειξη των ενέσιμων θεραπειών με Υαλουρονικό είναι η εκφυλιστική Οστεοαρθρίτιδα των αρθρώσεων με τη μερίδα του λέοντος να καταλαμβάνει η χρήση του στην αρθρίτιδα του γόνατος. Παρ’ όλα αυτά εξίσου καλά αποτελέσματα καταγράφονται και σε όλες τις άλλες αρθρώσεις όπου μπορεί να αναπτυχθεί αρθρίτιδα (Ώμος, Ισχίο, Ποδοκνημική). Η θεραπεία είναι συνήθως επαναλαμβανόμενη ανά 1 με 2 χρόνια ανάλογα τη βαρύτητας της αρθρίτιδας. Επίσης θεαματική είναι και η αποτελεσματικότητα του ενέσιμου Υαλουρονικού σε περιπτώσεις χονδροπάθειας ή χονδρομαλάκυνσης, όπου ακόμα και μία μόνο έγχυση μπορεί να είναι θεραπευτική.

Πέρα λοιπόν από την κλασική ένδειξη της εκφυλιστικής Οστεοαρθρίτιδας του Γόνατος και των άλλων μεγάλων αρθρώσεων η χρήση του Υαλουρονικού, χάρη στη λιπαντική και ενυδατική δράση του, μπορεί να αποβεί αποτελεσματική και σε σειρά άλλων νόσων όπως:
- Χονδροπάθεια – Χονδρομαλάκυνση Γόνατος – Επιγονατίδας
- Σύνδρομο Υπακρωμιακής Προστριβής του Ώμου
- Συμφυτική Θυλακίτιδα του Ώμου (Παγωμένος Ώμος)
- Τενοντίτιδα De Quervain και σύνδρομα παγίδευσης τενόντων γενικά
- Οστεοαρθρίτιδα της βάσης του αντίχειρα
- Μεταταρσαλγία - Τενοντοθηκίτιδα καμπτήρων μυών των μεταταρσίων

 
 
 
 

Ενέσιμο Κολλαγόνο

 

 

Το Κολλαγόνο είναι η πιο άφθονη πρωτεΐνη στα θηλαστικά αντιπροσωπεύοντας περίπου το 30% της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη στο ανθρώπινο σώμα. Θεωρείται ως «η κόλλα που κρατά το σώμα ενωμένο» και κύρια εντόπιση της αποτελούν τα οστά, οι τένοντες και το δέρμα. Το Κολλαγόνο αποδομείται με τα φυσιολογική γήρανση ενώ παράλληλα φλεγμονές και μικροτραυματισμοί (αυχεναλγία, οσφυαλγία, αρθρίτιδα, κατάγματα, θλάσεις, τενοντίτιδες) αποδυναμώνουν περισσότερο το Κολλαγόνο της πάσχουσας περιοχής. Η εκφύλιση του Κολλαγόνου εμποδίζει την οριστική ίαση και επιβραδύνει τη θεραπεία των μυοσκελετικών παθήσεων.

Η θεραπεία με ενέσιμο Κολλαγόνο είναι σε θέση να θεραπεύσει τις τοπικές βλάβες χωρίς παρενέργειες. Το ενέσιμο Κολλαγόνο έχει χρησιμοποιηθεί εκτεταμένα στο παρελθόν για κοσμητικούς και αισθητικούς λόγους από την Πλαστική Χειρουργική. Πλέον μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ενέσιμες θεραπείες Κολλαγόνου και για την αποκατάσταση Ορθοπεδικών παθήσεων. Οφείλουμε βέβαια να διευκρινίσουμε πως τα προαναφερόμενα αφορούν τις ενέσιμες θεραπείες με Κολλαγόνο και όχι το πολυδιαφημιζόμενο τελευταία πόσιμο Κολλαγόνο. Δυστυχώς στην πόσιμη μορφή του το λαμβανόμενο Κολλαγόνο δε μπορεί να έχει καμία θετική επίδραση στην υγεία του μυοσκελετικού διότι κατά τη διέλευση του από το στομάχι διασπάται από τα όξινα γαστρικά υγρά και παύει να έχει τη δομή και τη δράση του Κολλαγόνου. Αντιθέτως η έγχυση Κολλαγόνου απ΄ ευθείας στην πάσχουσα περιοχή μπορεί να αναγεννήσει τη Κολλαγονικη Υποδομή.

 

Η γήρανση, η υπερκόπωση και οι τραυματισμοί αλλοιώνουν την σύσταση του φυσικού Κολλαγόνου στο σώμα μας. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι ίνες του Κολλαγόνου να χάνουν τη φυσιολογική παράλληλη διάταξή τους (Α) και σταδιακά να ασαφοποιούνται (Β-D), να χιάζονται ή και να εξαλείφονται (E). Η ενέσιμη θεραπεία στην πάσχουσα περιοχή αναγέννα τη δομή και την σύσταση του φυσικού Κολλαγόνου.
 

Χρόνιοι πόνοι όπως οι πόνοι στη μέση τον αυχένα, γύρω από τον ώμο τον αγκώνα και το γόνατο η στο πέλμα αλλά και πρόσφατοι τραυματισμοί όπως τενοντίτιδες ή διαστρέμματα μπορούν να αντιμετωπισθούν σήμερα με αυτή τη φυσική θεραπεία. Αναλόγως της βαρύτητας και της χρονιότητας του προβλήματος μπορεί να απαιτηθούν από 3 – 10 συνεδρίες, συνήθως σε χρονική απόσταση μιας εβδομάδας. Ανάλογα με την περιοχή που πάσχει υπάρχει εξειδίκευση στο σκεύασμα του Κολλαγόνου που θα χρησιμοποιηθεί (δηλαδή άλλου τύπου σκεύασμα θα χρησιμοποιηθεί σε παθήσεις του γόνατος και άλλο σε παθήσεις του ώμου). Οι εγχύσεις γίνονται στο χώρο του ιατρείου και δεν απαιτείται κάποια ειδική προετοιμασία. Γίνεται χρήση πολύ μικρής και ατραυματικής βελόνης και το περιεχόμενο εγχέεται διαδερμικά στο υποδόριο απ’ όπου το Κολλαγόνο θα απορροφηθεί στα βαθύτερα στρώματα του σώματος. Η διαδικασία, παρότι ενέσιμη, δεν είναι επίπονη ούτε έχει παρενέργειες και ο ασθενής μπορεί να έλθει και να φύγει μόνος του από το ιατρείο. Το ενέσιμο Κολλαγόνο μπορεί να συνδυαστεί με τις ήδη υπάρχουσες συμβατικές φαρμακευτικές θεραπείες ή τη φυσικοθεραπεία.