Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα
Το Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα είναι μια επώδυνη, σταδιακά αυξανόμενη κατάσταση στο χέρι η οποία προκαλείται από συμπίεση του μέσου νεύρου στο καρπό. Το μέσο νεύρο συνιστά ένα από τα βασικότερα νεύρα που νευρώνουν το χέρι. Κατά τη διέλευση του από τον καρπό περνάει μέσα από ένα στενό σωλήνα, τον Καρπιαίο Σωλήνα. Τα τοιχώματα του Καρπιαίου Σωλήνα αποτελούνται από οστά και συνδέσμους, μέσα δε από το στενό αυτό πέρασμα περνάνε οι μύες και οι τένοντες που κινούν τα δάκτυλα του χεριού καθώς και το μέσο νεύρο.
Η πάθηση αφορά συχνότερα τις γυναίκες, μάλλον λόγω της στενότερης δομής του σωλήνα σε αυτές. Επίσης είναι πολύ συχνότερη σε άτομα που κάνουν χειρωνακτική εργασία και ιδίως σε όσους χειρίζονται καθημερινά υπολογιστές. Σ’ ένα ποσοστό 50% το Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα μπορεί να εμφανίζεται και στα δύο χέρια. Η πάθηση ουσιαστικά συνίσταται σε παγίδευση και συμπίεση του μέσου νεύρου εντός του καναλιού. Αυτό τις περισσότερες φορές οφείλεται σε υπερτροφία ενός συνδέσμου (Εγκάρσιος Σύνδεσμος) ο οποίος καλύπτει τον Καρπιαίο Σωλήνα και το Μέσο Νεύρο από την πλευρά της παλάμης.
Η διάγνωση της πάθησης γίνεται τόσο κλινικά, όσο και με ειδική εξέταση (Ηλεκτρομυογράφημα άνω άκρων). Τα συμπτώματα ξεκινούν με μουδιάσματα ή μυρμηγκιάσματα στο χέρι τα οποία υποχωρούν με ανάπαυση. Σε πιο χρόνιες καταστάσεις εγκαθίσταται πόνος ο οποίος αυξάνεται σε ένταση αν η πίεση πάνω στο νεύρο αυξηθεί. Τα σημεία εντόπισης των συμπτωμάτων στο χέρι αφορούν τα 3 πρώτα δάκτυλα καθώς και την εξωτερική πλευρά του παράμεσου. Σε τελικά στάδια της πάθησης μειώνεται η συλληπτική ικανότητα του χεριού και τα αντικείμενα πέφτουν από το χέρι του ασθενούς.
Στα αρχικά στάδια της νόσου η θεραπεία μπορεί να είναι συντηρητική συνιστώμενη σε φαρμακευτική αγωγή (μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη), ειδικούς νάρθηκες ανάπαυσης, ασκήσεις διάτασης/κινητοποίησης, φυσικοθεραπεία. Στις περισσότερες περιπτώσεις ωστόσο την οριστική λύση θα τη δώσει η χειρουργική αντιμετώπιση. Η χειρουργική επέμβαση διαρκεί περίπου 10-15 λεπτά και γίνεται με τοπική αναισθησία. Με μία μικρή τομή στην παλάμη του ασθενούς διανοίγεται το δέρμα και κατόπιν κόβεται ο εγκάρσιος σύνδεσμος μ’ αποτέλεσμα την άρση της πίεσης στο μέσο νεύρο και την εντυπωσιακή υποχώρηση του πόνου. Ο ασθενής ενθαρρύνεται για την άμεση κινητοποίηση του χεριού η οποία απελευθερώνεται πλήρως 12 περίπου ημέρες μετά το χειρουργείο οπότε και αφαιρούνται τα ράμματα.